-
1 προσυφαίνω
A- νφᾶναι Sever.
ap. Eus.PE13.17:— interweave with,ἀθανάτῳ θνητόν Pl.Ti. 41d
, cf. Sever. l.c.;τὸ ἀκόλουθον τῇ γραφῇ Ph.1.511
, cf. 536 ([voice] Pass.), Jul.Gal. 178b;καινόν τι τοῖς ἀρχαίοις Them.Or.26.316a
; προσυφάνθη τὸ χόριον (sc. τῷ ς ώματι) Porph.Marc. 32: metaph. of buildings, οἰκίας προσυφαίνουσι ταῖς γωνίαις (in a painting) Philostr.Im.2.28; [στοαὶ] αἷς ἱππόδρομός τε προσύφανται καὶ θέατρον Lib.Or.11.218
.Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > προσυφαίνω
См. также в других словарях:
προσυφαίνω — Α 1. συνυφαίνω («ἀθανάτῳ θνητὸν προσυφαίνοντες», Πλάτ.) 2. μτφ. (σχετικά με οικοδομήματα) κατασκευάζω κάτι σε κάτι άλλο («οἰκίας προσυφαίνουσι ταῑς γωνίαις», Φιλόστρ.). [ΕΤΥΜΟΛ. < προσ * + ὑφαίνω «συμπλέκω, δημιουργώ, παρασκευάζω»] … Dictionary of Greek